Συγκεντρώσεις στην πρεσβεία του ΗΒ, ενάντια στα εγκλήματα του βρετανικού κράτους και αλληλεγγύης του παλαιστινιακού λαού, Τρίτη 13/5 19:00

Παρέμβαση / Συγκέντρωση στην Αγγλική πρεσβεία

Βρετανία: Συνένοχη στη σφαγή του παλαιστινιακού λαού

1.5 χρόνο από την εκδήλωση της συντονισμένης επιχείρησης των οργανώσεων της παλαιστινιακής αντίστασης «Καταιγίδα Al Aqsa» ο αγώνας του παλαιστινιακού λαού ενάντια στην αποικιοκρατική σιωνιστική κατοχή παραμένει, πεισματικά, ζωντανός.

Ο αγώνας ενός λαού ο οποίος έχει υποστεί για δεκαετίες κάθε μορφή δολοφονικής βίας στοιβαγμένος σε μια στενή λωρίδα γης, πλήρως αποκλεισμένος από τις ισραηλινές στρατιωτικές δυνάμεις και επί της ουσίας έγκλειστος στην μεγαλύτερη ανοιχτή φυλακή στον κόσμο, πληρώνοντας κάθε μέρα το τίμημα της πεισματικής άρνησης του να υποταχθεί στον καταπιεστή του, να παραιτηθεί από το αυτονόητο και κεκτημένο δικαίωμα του για αυτοδιάθεση. Για Γη και Ελευθερία.

Ένας αγώνας που κατάφερε να σηματοδοτήσει την κατάρρευση του απυρόβλητου της φαινομενικής παντοδυναμίας της σιωνιστικής πολεμικής μηχανής και να παράξει την εικόνα ενός λαού ο οποίος παρά τις αδιανόητες συνθήκες που αντιμετωπίζει, μπορεί να οργανώνεται και να επιτίθεται χτυπώντας δυνατά τον δυνάστη του.

Μία εικόνα αντίστασης η οποία δημιούργησε αλυσιδωτές αντιδράσεις και ρίγη ανησυχίας στο κυρίαρχο δυτικό μπλοκ καθώς αποτελεί παράδειγμα νίκης για τους αγώνες που ξεπηδούν ενάντια στην αποικιοκρατική και ιμπεριαλιστική κατοχή, για τους αγώνες αυτοδιάθεσης, για τους ταξικούς αγώνες των λαών του κόσμου. Ένα παράδειγμα το οποίο έπρεπε να χτυπηθεί σκληρά και με κάθε μέσο οδηγώντας στην πλήρη συστράτευση των δυτικών κρατών στην στήριξη της σιωνιστικής απάντησης, δίνοντας το πράσινο φως για να εξαπολυθεί η αγριότητα η οποία ακολούθησε εναντίον του παλαιστινιακού λαού.

Εξαργυρώνοντας το ρόλο του τοποτηρητή των συμφερόντων του δυτικού ιμπεριαλισμού στην περιοχή το σιωνιστικό κράτος-δολοφόνος προχώρησε στη συστηματικοποίηση της γενοκτονίας του παλαιστινιακού λαού με τον πλήρη αποκλεισμό και την χερσαία εισβολή δυνάμεων στην Γάζα, την άνευ προηγουμένου καταστροφή οικιστικών, πολιτικών, υγειονομικών υποδομών, την σκόπιμη και συνεχή στόχευση αμάχων, δημοσιογραφικών συνεργείων, ιατρικού προσωπικού, τον βομβαρδισμό προσφυγικών καταυλισμών, την καταστροφή του δικτύου υδροδότησης και ηλεκτρισμού, τη σύλληψη και τη μεταφορά χιλιάδων σε ισραηλινές φυλακές υπό καθεστώς απάνθρωπων βασανιστηρίων, την εργαλειοποίηση της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας και τον διωγμό δεκάδων χιλιάδων παλαιστινίων από τα βόρεια, στη νότια Γάζα με απώτερο στόχο τον πλήρη εκτοπισμό τους. Παράλληλα, χτύπησε την δομή των οργανώσεων του αποκαλούμενου «Άξονα της Αντίστασης» με την δολοφονία ηγετικών στελεχών (Χαμάς : Χανίγια, Σινουάρ – Χεζμπολάχ : Νασράλλα), εισέβαλλε στον Λίβανο, εισέβαλλε και προσάρτησε περιοχές της Συρίας, πραγματοποίησε επιθέσεις στο Ιράν τζογάροντας με την γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή.

Σε όλη αυτή τη περίοδο, εκτός από την πολιτική, διπλωματική και οικονομική κάλυψη, είχε ως σταθερό, έμπρακτο αρωγό τις δυνάμεις των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ε.Ε., δηλαδή το σύνολο των «παραδοσιακών» αποικιοκρατικών – ιμπεριαλιστικών χωρών, οι οποίες μέσω μιας ακόμη «συμμαχίας των προθύμων» συμμετείχαν σε αμυντικές και επιθετικές επιχειρήσεις στήριξης του Ισραήλ εις βάρος των λαών της Παλαιστίνης αλλά και της Υεμένης λόγω της δράσης των Χούθι ενάντια σε πλοία ισραηλινών και δυτικών συμφερόντων στον εφοδιαστικό διάδρομο των στενών της Ερυθράς Θάλασσας.

Όσον αφορά την Βρετανία ειδικότερα, ο ρόλος της για το παλαιστινιακό ζήτημα έχει καθοριστικό χαρακτήρα με ιστορικό και πολιτικό βάθος. Με το τέλος του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, το 1918, και την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων με τις οποίες είχε ταχθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Βρετανία η οποία μαχόταν με τις οθωμανικές δυνάμεις στην Μέση Ανατολή υποστηρίζοντας πρόσκαιρα και ωφελιμίστικα την ανεξαρτησία των Αραβων, αναλαμβάνει την εξουσία στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης δημιουργώντας την «Βρετανική Εντολή της Παλαιστίνης». Ένα χρόνο πριν, το 1917, ο υπουργός εξωτερικών της Βρετανίας Άρθουρ Μπαλφούρ στέλνει μία επιστολή (Διακήρυξη Μπαλφούρ) στον ύπατο αρμοστή της βρετανικής εβραϊκής κοινότητας Λόρδο Ουόλτερ Ρότσιλντ στην οποία δεσμεύεται για την δημιουργία εβραϊκού κράτους στα εδάφη της Παλαιστίνης δίνοντας ρεαλιστική υπόσταση στον αλυτρωτισμό του νεοσύστατου σιωνιστικού κινήματος.

Κατά τη διάρκεια του αποικιοκρατικού βρετανικού καθεστώτος, 1923-1948, οι Βρετανοί χρηματοδοτούν και διευκολύνουν με κάθε τρόπο την μαζική εβραϊκή μετανάστευση και τον εποικισμό των παλαιστινιακών εδαφών με αποτέλεσμα την αυξανόμενη ένταση με τον αραβικό πληθυσμό που οδήγησε στην Αραβική Εξέγερση, 1936-1939, την οποία οι Βρετανοί κατέστειλαν με βάναυση ένοπλη επέμβαση με τιμωρητικές κατεδαφίσεις σπιτιών, βομβαρδισμούς, μαζικές συλλήψεις και εκτελέσεις και τον σχηματισμό και τον εξοπλισμό ένοπλων παραστρατιωτικών ομάδων εποίκων. Ακόμη πριν την λήξη της βρετανικής εντολής και την αποχώρηση των βρετανικών δυνάμεων, το 1948, αυτές οι παραστρατιωτικές ομάδες, που αποτέλεσαν τον πυρήνα του μετέπειτα ισραηλινού στρατού, εξαπέλυσαν, με την στήριξη των Βρετανών, μια δολοφονική εκστρατεία, 1947-1949, εναντίον του αραβικού πληθυσμού που έμεινε στην ιστορία ως «Νάκμπα» (Καταστροφή) με την καταστροφή εκατοντάδων χωριών, την δολοφονία χιλιάδων Αράβων και τον εκτοπισμό εκατοντάδων χιλιάδων στην Αίγυπτο, τη Συρία, το Λίβανο, την Ιορδανία. Συνθήκη η οποία σχηματοποίησε τους όρους της επίσημης ίδρυσης του ισραηλινού κράτους, 1948, και την παγίωση του με τον 1ο Αραβο-ισραηλινο πόλεμο και την επικράτηση του έναντι των γειτονικών αραβικών χωρών.

Από τότε μέχρι σήμερα η Βρετανία, ως μετεξέλιξη της αποικιοκρατικής Βρετανικής Αυτοκρατορίας, είναι άμεσα ή έμμεσα (συν)υπεύθυνη για πλήθος ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων ως συν-ιδρύτρια και δομικός εταίρος στο ΝΑΤΟ. Από τον ναυτικό αποκλεισμό του Πειραιά και την απόβαση βρετανικών δυνάμεων στην Αθήνα ενάντια στον ΕΛ.ΑΣ (Μάχη της Αθήνας) για την αποτροπή του κομμουνιστικού κινδύνου, τη στήριξη της εξόριστης κυβέρνησης και τη διαμόρφωση του πολιτικού καθεστώτος στη χώρα, μέχρι τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις σε Μέση Ανατολή (Αίγυπτος, Εμιράτα, Ιορδανία, Ιράκ), Αφρική (Ουγκάντα, Κένυα, Τανγκανίκα, Μαυρίκιος), Ατλαντικό (Ανγκουίλα, Φόκλαντς), Βαλκάνια (Κοσσυφοπέδιο, Σερβία) μέχρι σήμερα όπου χρησιμοποιεί τα εναπομείναντα υπό βρετανική κυριαρχία κυπριακά εδάφη για αποστολές αναγνώρισης, αντικατασκοπείας, βομβαρδισμού ενάντια στον παλαιστινιακό λαό και τη συμμετοχή της σε μεικτή δύναμη επέμβασης (με τη συμμετοχή και ελληνικών δυνάμεων) ενάντια στον λαό της Υεμένης στην Ερυθρά Θάλασσα.

Σε ένα διεθνές πλαίσιο όξυνσης του ανταγωνισμού παραδοσιακών και αναδυόμενων πόλων δύναμης εν μέσω παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού, η έμπρακτη αποτύπωση της με την εδαφικοποίηση της σύγκρουσης στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, η παγίωση εθνικιστικών δυνάμεων και πολεμοκάπηλης ρητορικής, η στροφή στην στρατικοποίηση της οικονομίας και στο «ράλι» εξοπλιστικών προγραμμάτων με την ανεξαρτητοποίηση και την αύξηση των στρατιωτικών προϋπολογισμών των χωρών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ (Rearm Europe), τη μετατροπή της Ελλάδας σε ΝΑΤΟικό ορμητήριο και τη συμμετοχή της στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, αποκρυσταλλώνει για ακόμη μια φορά το πραγματικό πρόσωπο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της ιμπεριαλιστικής επέκτασης, δηλαδή την κονιορτοποίηση των λαών και των αναγκών του στο βωμό της διαιώνισης της κερδοφορίας του Κεφαλαίου και της εξουσίας της άρχουσας τάξης.

Σε αυτές τις συνθήκες είναι επιτακτική η ανάδειξή των άμεσα ή έμμεσα εμπλεκομένων και υπεύθυνων δυνάμεων, είναι επιτακτική η ανάγκη για ένα συγκροτημένο, πλατύ και μαχητικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα με ταξικά χαρακτηριστικά με στόχο να αντιπαλέψουμε τον εχθρό μέσα στην χώρα μας. Γιατί η διεθνιστική αλληλεγγύη είναι η βάση για τη συνειδητοποίηση της κοινής θέσης των λαών, είναι η βάση της συγκρότησης της κοινής ταξικής συνείδησης η οποία σχηματοποιεί προοπτικά την δυνατότητα και την δυναμική της ταξικής απελευθέρωσης στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός κόσμου απαλλαγμένου από την καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα. Ενάντια στην εξουσία των λίγων, βασισμένου στις ανάγκες των πολλών.

Βρετανία, συνένοχη στη σφαγή του παλαιστινιακού λαόυ

Λευτεριά στην Παλαιστίνη – Νίκη στα όπλα της Αντίστασης

Άμεση απεμπλοκή του ελληνικού κράτους από τις ιμπεριαλιστικές επιχειρήσεις

Τρομοκράτης δεν είναι ο λαός αλλά ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός

Πρωτοβουλία Συλλογικοτήτων / Ομάδων ενάντια στη συμμετοχή του ελληνικού κεφαλαίου στη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού


Κάλεσμα στήριξης στη συγκέντρωση στην Αγγλική Πρεσβεία σε αλληλεγγύη με τον παλαιστινιακό λαό ενόψει της 77ης επετείου της Νάκμπα (Τρίτη 13/5 7μμ)

Για να κατανοηθεί σε βάθος ο βαθμός διαπλοκής, στρατηγικής σύμπλευσης και ιστορικής ευθυγράμμισης του ευρωατλαντικού ιμπεριαλιστικού μπλοκ με το σιωνιστικό γενοκτονικό κράτος του Ισραήλ, είναι αναγκαία μια αναδρομή στις ιστορικές αφετηρίες και τις πολιτικές σκοπιμότητες που υπαγόρευσαν τη δημιουργία του.

Πιο συγκεκριμένα, η μετάβαση (τέλη 19ου αιώνα αρχές 20ου) του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής στη δεύτερη, μονοπωλιακή του φάση -τον βιομηχανικό καπιταλισμό του πετρελαίου και των παγκόσμιων πολέμων- συνοδεύτηκε από τη σταδιακή αντικατάσταση του άνθρακα από το πετρέλαιο ως βασική ενεργειακή ύλη για τη βιομηχανική παραγωγή και, κυρίως, για την τροφοδότηση της στρατιωτικής μηχανής.

Σε αυτό το νέο ιστορικό πλαίσιο, η ανάγκη για την πρόσβαση και τον έλεγχο των ενεργειακών πετρελαϊκών πηγών δεν ήταν απλώς κρίσιμος οικονομικός παράγοντας, αλλά αποτέλεσε στρατηγικό μονόδρομο για τη διατήρηση της παγκόσμιας ηγεμονίας του κορυφαίου ιμπεριαλιστικού κέντρου της εποχής: της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.

Έτσι ο έλεγχος των πετρελαιοπηγών στις περιοχές της αραβικής χερσονήσου και της Μεσοποταμίας μετέτρεψαν την Μέση Ανατολή σε ένα ακόμα πεδίο σύγκρουσης των ιμπεριαλιστικών μπλοκ, με την Βρετανική Αυτοκρατορία να θέτει τον έλεγχο τους ως θεμέλιο της στρατηγικής επιβίωσης και αναπαραγωγής της αποικιοκρατικής ιμπεριαλιστικής πρωτοκαθεδρίας της. Μια στρατηγική διαδικασία που βρήκε το πρώτο πεδίο εφαρμογής της στην ανατολή του 20ου αιώνα και τα αποτελέσματα της θα είναι εμφανή για τη Μ. Βρετανία στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, επιβάλλοντας την περίοδο εκείνη έναν ενεργειακό αποκλεισμό στον αντίπαλο της ιμπεριαλιστικό συνασπισμό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών (Γερμανία, Αυστροουγγαρία). Ο έλεγχος των πετρελαιοπηγών του Ιράκ, της Περσίας και του Κουβέιτ από τη Βρετανική Αυτοκρατορία απέναντι στην ενεργειακή εξάρτηση της γερμανικής πολεμικής μηχανής από περιορισμένες εγχώριες πηγές και εξαγωγές, αποτέλεσε έναν κρίσιμο παράγοντα για την τελική έκβαση του πολέμου.

Μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Μ. Βρετανία, αν και στρατιωτικά νικήτρια, βρέθηκε αντιμέτωπη με βαθιά οικονομική κρίση: υπερχρεωμένη, με φθίνουσα βιομηχανική δυναμική και αυξανόμενη εξάρτηση από τα κεφάλαια της ανερχόμενης ιμπεριαλιστικής δύναμης των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι ΗΠΑ, με πολύ ισχυρότερη παραγωγική βάση, τεράστιο βιομηχανικό πλεόνασμα και υψηλή τεχνολογική δυναμική, δεν διέθεταν ακόμη τους αποικιοκρατικούς μηχανισμούς, τη διοικητική εμπειρία και την παγκόσμια στρατιωτική προβολή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Σε αυτό το κενό προσπαθεί να ελιχθεί η Βρετανία, επιχειρώντας να αναχαιτίσει την παρακμή της μέσω της αναβάθμισης του ρόλου της στη Μέση Ανατολή, αξιοποιώντας τη γεωπολιτική αναδιάταξη που προέκυψε από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κεντρικός άξονας αυτής της στρατηγικής υπήρξε η εγκαθίδρυση μιας ελεγχόμενης γεωπολιτικής τάξης μέσω της άμεσης κυριαρχίας σε θαλάσσιους διαδρόμους, ενεργειακά πεδία και πολιτικές εξελίξεις κρίσιμων περιοχών της περιοχής. Στο επίκεντρο των επιδιώξεών της τέθηκε η Παλαιστίνη, την οποία η Βρετανία αναγνώριζε ήδη ως στρατηγικό κόμβο: πέρασμα προς την Αίγυπτο και τη Διώρυγα του Σουέζ, σύνδεσμο με τα λιμάνια της Λεβαντίνης και πύλη πρόσβασης προς τις πλούσιες σε πετρέλαιο περιοχές της Αραβικής Χερσονήσου και της Μεσοποταμίας. Έτσι, μέσω του αποικιακού της εργαλείου, της Κοινωνίας των Εθνών, η Βρετανία θα αναλάβει τον πλήρη έλεγχο της Παλαιστίνης υπό το καθεστώς της Εντολής, εμφανιζόμενη ως «πολιτισμένος διαχειριστής» περιοχών που, σύμφωνα με την αποικιοκρατική ρητορική της, «δεν ήταν έτοιμες να αυτοκυβερνηθούν».

Η Βρετανία, κουβαλώντας την εμπειρία δύο αιώνων αποικιοκρατικής κυριαρχίας, λεηλασίας και καταπίεσης αυτοχθόνων λαών γνώριζε πολύ καλά πως η διατήρηση και επέκταση του ιμπεριαλιστικού της σχεδίου στη Μέση Ανατολή απαιτούσε κάτι περισσότερο από την άμεση διοικητική επιβολή που είχε ήδη καταφέρει. Χρειαζόταν έναν σταθερό, πολιτικά εξαρτημένο και στρατηγικά ταυτισμένο τοπικό σύμμαχο -ένα προγεφύρωμα ικανό να λειτουργεί ως εντολοδόχος και φρουρός των βρετανικών και, κατ’ επέκταση, των ευρύτερων δυτικών συμφερόντων στην περιοχή. Το σιωνιστικό εγχείρημα, με την οργανική του σύνδεση με τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό και την ιδεολογική του ενσωμάτωση στη «δυτική» κοσμοαντίληψη προσέφερε ακριβώς αυτό το προφίλ. Για τη Μ. Βρετανία, η στήριξη της εγκαθίδρυσης του σιωνιστικού εποικισμού στην Παλαιστίνη -σε μια γη που δεν της ανήκε, προσφερόμενη σε λαό που δεν κατοικούσε εκεί, εναντίον ενός λαού που ζούσε εκεί επί αιώνες- δεν ήταν μια απλή παραχώρηση· ήταν μια επένδυση στον μακροπρόθεσμο γεωπολιτικό έλεγχο της περιοχής μέσω ενός πρόθυμου και εξαρτημένου εντολοδόχου κράτους.

Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, το Ηνωμένο Βασίλειο προώθησε ενεργά την υλοποίηση αυτού του σχεδίου: διευκόλυνε μαζικά τον εποικισμό, νομιμοποίησε τη στρατιωτικοποίηση του σιωνιστικού κινήματος και κατέπνιξε με ωμή βία κάθε παλαιστινιακή αντίσταση, όπως στην εξέγερση του 1936-1939. Οι σιωνιστικές πολιτοφυλακές όχι μόνο αφέθηκαν ανενόχλητες, αλλά σε πολλές περιπτώσεις συνεργάστηκαν με τη βρετανική διοίκηση στην καταστολή του αραβικού πληθυσμού. Έτσι, πολύ πριν το 1948, είχαν ήδη διαμορφωθεί οι θεσμικές, στρατιωτικές και πολιτικές υποδομές για τη μετάβαση από την αποικιοκρατική διακυβέρνηση σε ένα εξαρτημένο κρατικό κατασκεύασμα που θα λειτουργούσε ως τοπικός εντολοδόχος, πλήρως ενταγμένο στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς της Δύσης. Με άλλα λόγια, το σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ δεν ήταν ιστορική “αναγκαιότητα”, αλλά προϊόν γεωπολιτικής κατασκευής: η ίδια η αποικιοκρατία και ο δυτικός ιμπεριαλισμός υπήρξε το υλικό, θεσμικό και πολιτικό θεμέλιο της συγκρότησής του.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Βρετανία βγαίνει μεν νικήτρια, αλλά βαθιά αποδυναμωμένη οικονομικά, στρατιωτικά και γεωπολιτικά. Η ιστορική σκυτάλη της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας περνά πια οριστικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, που αναδεικνύονται ως το νέο κέντρο του δυτικού ιμπεριαλιστικού κόσμου. Η Μεγάλη Βρετανία, ανίκανη να διατηρήσει απευθείας τον έλεγχο των παλιών της αποικιών, επιχειρεί να διαχειριστεί την υποχώρησή της μέσω της εγκατάστασης ελεγχόμενων καθεστώτων, που θα εξυπηρετούσαν τους ίδιους στρατηγικούς στόχους με άλλα μέσα. Στην περίπτωση της Παλαιστίνης, η στήριξη στη δημιουργία του σιωνιστικού κράτους του Ισραήλ το 1948 έρχεται ως η φυσική συνέχεια αυτής της αποικιοκρατικής μετάβασης: ένα κρατικό κατασκεύασμα που δημιουργήθηκε με την πλήρη στήριξη της αποικιοκρατικής πολιτικής της Βρετανίας και που ενσωματώθηκε γρήγορα στους νέους σχεδιασμούς των ΗΠΑ για την ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Η ίδρυση του Ισραήλ δεν αποτέλεσε απλώς μια «λύση» στο εβραϊκό ζήτημα της Ευρώπης μετά το ολοκαύτωμα, αλλά την επισημοποίηση της γεωπολιτικής κατασκευής που είχε αρχίσει δεκαετίες πριν, υπό την αιγίδα του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Το Ισραήλ συγκροτήθηκε εξαρχής ως φυλάκιο της Δύσης στην καρδιά της Μέσης Ανατολής, με στρατιωτικό και αποικιακό χαρακτήρα, πάνω στην καταστροφή και τον βίαιο εκτοπισμό του παλαιστινιακού λαού. Η Νάκμπα του 1948, η μαζική εκδίωξη εκατοντάδων χιλιάδων Παλαιστινίων, η λεηλασία των χωριών και η καταστροφή των κοινωνικών δομών τους, αποτέλεσε την πράξη θεμελίωσης του κράτους-εντολοδόχου. Και ενώ η επίσημη αποχώρηση της Βρετανίας από την Παλαιστίνη συμπίπτει με την ανακήρυξη του Ισραήλ, ο ρόλος της κάθε άλλο παρά εξαντλείται.

Καθώς ο βρετανικός αποικιοκρατικός μηχανισμός έμπαινε σε φάση ιστορικής αποσύνθεσης και οι παλιοί ιμπεριαλιστικοί δρώντες έχαναν τη δυνατότητα άμεσης στρατιωτικής επιβολής, ο ρόλος του Ισραήλ ως τοπικού εντολοδόχου και φορέα των δυτικών συμφερόντων αναβαθμίζεται. Το Ισραήλ δεν λειτουργεί πια μόνο ως φυλάκιο ανάσχεσης της αντίστασης των αραβικών λαών ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία εντός της Παλαιστίνης, αλλά μετατρέπεται σε ενεργό στρατιωτικό εργαλείο εξωτερικών επεμβάσεων, έτοιμο να δράσει για λογαριασμό του ευρωατλαντικού μπλοκ, κάθε φορά που οι παραδοσιακές δυνάμεις αδυνατούν να παρέμβουν απευθείας.

Αυτός ο ρόλος επιβεβαιώνεται περίτρανα στην Κρίση του Σουέζ, το 1956, όταν η απόφαση του Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ να εθνικοποιήσει τη Διώρυγα -αφαιρώντας τον έλεγχο από τις γαλλοβρετανικές εταιρείες και αμφισβητώντας ευθέως την αποικιοκρατική τάξη πραγμάτων στην περιοχή- προκαλεί μια συντονισμένη ιμπεριαλιστική απάντηση. Η Βρετανία και η Γαλλία, ανίκανες να κινηθούν απροκάλυπτα λόγω της νέας μεταπολεμικής ισορροπίας δυνάμεων, στρέφονται στο Ισραήλ για να ξεκινήσει την επίθεση. Στο πλαίσιο του μυστικού Πρωτοκόλλου των Σεβρών, το Ισραήλ συμφωνεί να εισβάλει πρώτο στη Χερσόνησο του Σινά, παρέχοντας το πρόσχημα για την επέμβαση των δυτικών δυνάμεων υπό το κάλυμμα της “διατήρησης της ειρήνης”. Η αποτυχία της επιχείρησης -λόγω της αντίθεσης ΗΠΑ και ΕΣΣΔ- επισφραγίζει το τέλος της βρετανικής αποικιοκρατικής εποχής. Όμως, το Ισραήλ, αντί να υποχωρήσει, παγιώνεται ως σταθερός τοποτηρητής των δυτικών στρατηγικών. Από το σημείο αυτό, ο ρόλος του μεταφέρεται οριστικά στην υπηρεσία της αμερικανικής ηγεμονίας, ως το βασικό στήριγμα του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού στη Μέση Ανατολή.

Σε κάθε περίπτωση όμως τα παραπάνω δεν σημαίνουν πως η εμπλοκή του Ηνωμένου Βασιλείου στους σιωνιστικούς σχεδιασμούς αποτελεί ένα κλειστό ιστορικό κεφάλαιο, αλλά έναν συνεχή και εξελισσόμενο δεσμό συνενοχής, που διαπερνά ολόκληρη την πορεία του κράτους του Ισραήλ. Από την αποικιοκρατική περίοδο έως και σήμερα, η Βρετανία συνεισφέρει στρατιωτικά, πολιτικά και τεχνολογικά στη θωράκιση του σιωνιστικού απαρτχάιντ. Ειδικότερα, η χρήση των βρετανικών στρατιωτικών βάσεων στην Κύπρο, από το 2023 και μετά, για τις ανάγκες της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας, αποτελεί ένα σύγχρονο, απτό τεκμήριο αυτής της στρατηγικής σχέσης. (Μια σχέση που είχε μάλιστα υπογραμμίσει κι ο ηγέτης της λιβανέζικης αντίστασης Νασράλα καθιστώντας τις βάσεις αυτές στόχο των όπλων της Αντίστασης). Από τον Οκτώβριο του 2023, με την έναρξη της ισραηλινής επίθεσης ευρείας κλίμακας στη Γάζα, η χρήση των βάσεων αυτών αποκτά χαρακτήρα άμεσης εμπλοκής, γίνονται εργαλεία ενός πολεμικού σχεδιασμού που υλοποιεί το σχέδιο της εξόντωσης και εκτοπισμού του παλαιστινιακού λαού, με την Βασιλική Πολεμική Αεροπορία (RAF) να έχει πραγματοποιήσει πάνω από 500 πτήσεις επιτήρησης και συλλογής πληροφοριών πάνω από τη Λωρίδα της Γάζας. Ενώ βέβαια δε ξεχνάμε τη συμμετοχή της Βρετανικής αεροπορίας στους βομβαρδισμούς εναντίον της Υεμένης, ως αντίποινα στην αλληλέγγυα στάση της τελευταίας απέναντι στον παλαιστινιακό λαό, αλλά και τον ενεργό ρόλο της Βρετανίας στην επιχείρηση Prosperity Guardian στην Ερυθρά Θάλασσα. Όπως βέβαια δεν ξεχνάμε το ρόλο του βρετανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος (και ειδικότερα της τράπεζας Barclays) ως αιμοδότη της σιωνιστικής οικονομίας και τη στενή σχέση βρετανικής και ισραηλινής πολεμικής βιομηχανίας, ούτε βεβαία τη σκληρή καταστολή που γνωρίζει στο εσωτερικό της Αγγλίας η αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό λαό, με πολλά μελή της Palestine Action να βρίσκονται φυλακισμένα κάτω από απάνθρωπες συνθήκες.

Απέναντι σε αυτή τη διαρκή και ενεργή συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου στο γενοκτονικό σχέδιο εξόντωσης του παλαιστινιακού λαού, η πάλη ενάντια στην πολύμορφη οικονομική και στρατιωτική παρουσία της Βρετανίας στη χώρα- προϊόν των ιστορικών σχέσεων εξάρτησης της τελευταίας από το αγγλικό κεφάλαιο- και ο αγώνας τόσο ενάντια στις νατοϊκές βάσεις εδώ όσο και στις βρετανικές στρατιωτικές βάσεις στην Κύπρο -εκεί που πριν λίγες δεκαετίες οι Βρετανοί αποικιοκράτες χτυπούσαν τον κυπριακό λαό, με αντίστοιχη βία όπως και τον ελληνικό τον Δεκέμβρη του 1944- αποτελεί αντιιμπεριαλιστικό διεθνιστικό ζητούμενο.

Ενάντια στην οικονομική και στρατιωτική παρουσία του βρετανικού ιμπεριαλισμού, αυτού του διαχρονικού σφαγέα των λαών και ιστορικού στυλοβάτη της σιωνιστικής κατοχής και της γενοκτονίας ενός ολόκληρου αγωνιζόμενου λαού.

Αλληλεγγύη στους αγωνιστές/τριες της Palestine Action που βρίσκονται φυλακισμένοι σε καθεστώς απομόνωσης από το αγγλικό κράτοςΛευτεριά στην Παλαιστίνη – Η Νίκη του αγώνα του παλαιστινιακού λαού και της Αντίστασης του, είναι νίκη των λαών όλου του κόσμου που μάχονται για ελευθερία και δικαιοσύνη ενάντια στον ιμπεριαλισμό, την αποικιοκρατία, τον καπιταλισμό.

Στηρίζουμε τη συγκέντρωση στην Αγγλική Πρεσβεία σε αλληλεγγύη με τον παλαιστινιακό λαό ενόψει της 77ης επετείου της Νάκμπα, που διοργανώνει η Πρωτοβουλία Συλλογικοτήτων / Ομάδων ενάντια στη συμμετοχή του ελληνικού κεφαλαίου στη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού.

Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και κομμουνιστ(ρι)ών)

Μοιραστείτε το άρθρο